Του Κοσμά Ζακυνθινού
kzakinthinos@pegasus.gr
Μειώνονται αισθητά οι πιθανότητες περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα, όπως προειδοποιεί ο ΟΗΕ σε νέα έκθεσή Gap 2013, στην οποία συμμετείχαν 44 επιστημονικές ομάδες από 17 χώρες.
Οι παγκόσμιες εκπομπές των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα ξεπεράσουν κατά 8 με 12 δισεκατομμύρια τόνους τους στόχους του 2020, παρότι οι χώρες που εξετάζονται έχουν υπογράψει τις συμφωνίες για τον περιορισμό των εκπομπών, σύμφωνα με την έκθεση αυτή.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, εάν η υπερθέρμανση περιοριζόταν κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου, θα μπορούσαν να αποτραπούν οι χειρότερες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, αλλά σύμφωνα με την έκθεση, αυτό θα έθετε ως προϋπόθεση τη μείωση των εκπομπών του φαινομένου του θερμοκηπίου κατά 14% έως το 2020. Στην ετήσια έκθεση του 2013, οι εκπομπές των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα ανέλθουν σε σχεδόν 59 δισεκατομμύρια τόνους έως το 2020, ένα δισεκατομμύριο τόνους πάνω από τις εκτιμήσεις που είχαν διατυπωθεί στην έκθεση του 2012. Η αύξηση οφείλεται κυρίως σε νέα δεδομένα που αφορούν την Κίνα και στην επικαιροποίηση του μοντέλου των δεδομένων.
«Όπως τονίζει η έκθεση, οι καθυστερήσεις σημαίνουν και μεγαλύτερο ποσοστό στην αλλαγή του κλίματος στο εγγύς μέλλον και πιθανότατα περισσότερες βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις στο κλίμα. Η πρόκληση την οποία αντιμετωπίζουμε δεν είναι τεχνικής, αλλά πολιτικής φύσης», όπως επισημαίνει ο εκτελεστικός γραμματέας του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP), ο Γερμανός Αχίμ Στάινερ κατά την παρουσίαση της έκθεσης ενώ όπως εξήγησε ο Ολιβερ Γκέντεν, ερευνητής στο γερμανικό Ίδρυμα Eπιστήμης και Πολιτικής (SWP) «Η επίτευξη του στόχου των 2 βαθμών Κελσίου γίνεται κάθε χρόνο που περνά όλο και λιγότερο εφικτή. Οι εκπομπές αυξάνονται συνεχώς, ενώ θα έπρεπε να μειώνονται δραστικά».
Ωστόσο, τo UNEP εκτιμά ότι τεχνικά είναι δυνατή η επίτευξη του στόχου αυτού. Όπως δείχνει η έκθεση, ο γεωργικός τομέας, που ευθύνεται για το 11% των εκπομπών αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου, δεν συνέβαλε διόλου στα προγράμματα μείωσης των εκπομπών αυτών. Παρόλα αυτά, όπως προειδοποιούν οι επιστήμονες, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα είναι πολλές και σημαντικές. Στο στόχαστρο αυτή τη φορά βρέθηκαν και τα βίαια καιρικά φαινόμενα στις Φιλιππίνες, με τους ειδικούς να επιχειρούν επιστημονική «εξήγηση» της έντασης των φαινομένων.
Συνέπειες της υπερθέρμανσης
Ωστόσο, μολονότι οι μετεωρολόγοι δεν έχουν καταφέρει να καθορίσουν ακόμη τι είναι αυτό που συνδέει την εμφάνιση κυκλώνων με την υπερθέρμανση του πλανήτη, εκτιμούν ότι θα παρουσιάζονται ολοένα και πιο βίαια καιρικά φαινόμενα που σχετίζονται με την αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών. Την ώρα που οι Φιλιππίνες μετρούν τις πληγές τους μετά το πέρασμα του τυφώνα Χαϊγιάν, στη Βαρσοβία ξεκίνησαν οι εργασίες της 19ης διάσκεψης του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή, στην οποία συμμετέχουν περίπου 200 χώρες και μια στρατιά ειδικών επιστημόνων. Παρότι τα βασικά σημεία της συμφωνίας που συζητούνται δεν θεωρούνται επαρκή για να βάλουν «φρένο» στην προβλεπόμενη άνοδο των θερμοκρασιών, πιστεύεται ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια αρχή για τη λήψη αυστηρότερων μέτρων περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο μέλλον.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, τα κράτη προσανατολίζονται σε μια πιο χαλαρή συμφωνία, που προβλέπει τον καθορισμό εθνικών στόχων, αλλά υπό διεθνή επίβλεψη. Για ακόμη μία φορά, οι αναπτυσσόμενες χώρες ζητούν τη θέσπιση ενός μηχανισμού αποζημιώσεων σε περίπτωση καταστροφών από την κλιματική αλλαγή, ενώ οι αναπτυγμένες δηλώνουν μεν πρόθυμες να παράσχουν βοήθεια, αλλά χωρίς να δεσμεύονται από κάποιο νομικό πλαίσιο.
Ωστόσο, οργανώσεις για την προστασία του περιβάλλοντος προειδοποιούν ότι περαιτέρω καθυστερήσεις ενισχύουν τον κίνδυνο αύξησης ακραίων καιρικών φαινομένων και φυσικών καταστροφών, όπως πλημμυρών, κυμάτων ξηρασίας, καθώς και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Θεωρούν ότι ο τυφώνας Χαϊγιάν που έπληξε τις Φιλιππίνες αφαιρώντας τη ζωή σε περισσότερους από 10.000 ανθρώπους συνιστά υπενθύμιση των κινδύνων από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Μελέτη κυκλώνων
Η μελέτη των κυκλώνων ωστόσο παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις, καθώς οι επιστήμονες δεν μπορούν να στηριχτούν σε επαρκείς βάσεις δεδομένων, αφού δεν υπήρχαν δορυφόροι πριν από τη δεκαετία του 1970, όπως σημείωσε ο Φαμπρίς Σοβέν, ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Μετεωρολογικών Ερευνών της Τουλούζης.
«Δεν διαθέτουμε ένα στήριγμα», παραδέχτηκε ο Ερβέ Λε Τρε, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πιερ και Μαρί Κιουρί, που ειδικεύεται στην ψηφιακή απεικόνιση κλιματολογικών μοντέλων. Οι ειδικοί συζητούν ακόμη το αν η υπερθέρμανση οφείλεται αποκλειστικά στις δραστηριότητες του ανθρώπου, ωστόσο, όσον αφορά τους κυκλώνες, στην έκθεσή της του 2007 η GIEC θεωρούσε πιθανόν στο μέλλον να είναι πιο σφοδροί και να συνοδεύονται από ισχυρότερες βροχοπτώσεις.
Ο Φαμπρίς Σοβέν παρατήρησε ότι, παραδόξως, τα ψηφιακά μοντέλα καταδεικνύουν ότι το πλήθος των κυκλώνων θα περιοριστεί, για διάφορους λόγους που σχετίζονται με τις ατμοσφαιρικές συνθήκες.
Ωστόσο, όπως τονίζει, όταν όμως θα σχηματίζονται, τα φαινόμενα θα είναι εντονότερα, όσον αφορά τα κατακρημνίσματα. Η υψηλότερη θερμοκρασία στην επιφάνεια θα ενισχύσει το φαινόμενο της εξάτμισης και κατά συνέπεια τις βροχές. Ενώ, ο Λε Τρε τόνισε ότι αναμένει αύξηση της ποσότητας βροχοπτώσεων, υπογραμμίζοντας πως εάν κάνει περισσότερη ζέστη, θα έχουμε περισσότερο νερό στην ατμόσφαιρα και, γενικά, αναμένουμε πιο ισχυρές βροχοπτώσεις σε έναν πιο ζεστό κόσμο.
Στην τελευταία έκθεσή της, τον περασμένο Σεπτέμβριο, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την κλιματική αλλαγή (GIEC) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι σχεδόν βέβαιο πως «η θερμοκρασία της επιφάνειας του ωκεανού έχει αυξηθεί από το 1971 μέχρι το 2010. Αυτή η αύξηση της θερμοκρασίας υπολογίζεται ότι φτάνει τον 0,1 βαθμό Κελσίου ανά δεκαετία για τα πρώτα 75 μέτρα της επιφάνειας των ωκεανών, ενώ σε βάθος μεγαλύτερο των 700 μέτρων καταγράφεται αύξηση 0,015 βαθμών.
Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται και από τρεις διαφορετικές μεθόδους παρατήρησης που επιτρέπουν στους μετεωρολόγους να συμπεραίνουν ότι είναι πιθανόν να αυξήθηκε η θερμοκρασία στα ανώτερα στρώματα της επιφάνειας του ωκεανού και κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26515&subid=2&pubid=113148579
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου